“ΕΙΡΗΝΗ Ή ΠΟΛΕΜΟΣ;”
Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΚΕΨΗ
Έχοντας ξεκινήσει στο προηγούμενο άρθρο τον δημόσιο διάλογο για το μανιχαϊστικό ψευδεπίγραφο δίλημμα “ειρήνη ή πόλεμος”, ανέτρεξα στις συγγράμματα διδασκαλίας που είχα γράψει, όταν δίδασκα στην Σχολή Ναυτικού Πολέμου και στην ΣΝΔ τα αντικείμενα «ηγεσία - στρατηγική και επιχειρησιακή τέχνη».
1. Στους Αρχαίους-Κλασσικούς χρόνους, υπήρξαν φιλόσοφοι που ασχολήθηκαν με το δίλημμα αυτό.
α) Ο Ηράκλειτος αναγνώριζε τον πόλεμο (σύγκρουση, αντίθεση) ως αναγκαίο μέρος της κοσμικής τάξης. Το γνωστό του απόφθεγμα, «πόλεμος πάντων πατήρ», υπογραμμίζει ότι η αντίθεση και η σύγκρουση είναι κινητήριες δυνάμεις της αλλαγής και της εξέλιξης. (Ο Πόλεμος είναι πατέρας των πάντων και των πάντων βασιλιάς. Και τους μεν τους αναδείχνει θεούς, τους δε ανθρώπους άλλους τους κάνει δούλους και άλλους ελεύθερους).
β) Ο Πλάτωνας, στο έργο του "Πολιτεία", θεωρεί την ειρήνη ιδεώδη κατάσταση, αλλά αποδέχεται τον πόλεμο ως μέσο για τη διατήρηση της δικαιοσύνης και της τάξης, όταν απειλείται η πόλη-κράτος.
γ) Ο Αριστοτέλης, ενώ αναγνωρίζει την αξία της ειρήνης, θεωρεί τον πόλεμο εργαλείο για την εξασφάλιση της αυτάρκειας και της αρετής της πόλης. Η ειρήνη, σύμφωνα με εκείνον, είναι το αποτέλεσμα μιας καλά διαρθρωμένης πολιτείας που δεν χρειάζεται να προσφεύγει στη βία.
δ) Ο Θουκυδίδης μας δίνει μια ρεαλιστική και διεισδυτική ανάλυση του πολέμου και της ειρήνης, απορρίπτοντας μανιχαϊστικές διακρίσεις και παρουσιάζοντας μια πιο σύνθετη θεώρηση της σχέσης τους. Για εκείνον, ο πόλεμος και η ειρήνη δεν είναι απόλυτα αντίθετοι πόλοι, αλλά μέρος μιας συνεχούς δυναμικής που χαρακτηρίζει τις ανθρώπινες σχέσεις και την πολιτική δράση. Θεωρεί τον πόλεμο ως φυσική συνέπεια του φόβου, του συμφέροντος, της φιλοδοξίας και της ανθρώπινης επιθυμίας για ισχύ και κυριαρχία, παράγοντες που οδηγούν τα κράτη σε πόλεμο, ακόμα και όταν αυτός δεν είναι επιθυμητός. Δεν βλέπει την ειρήνη ως μόνιμη κατάσταση, πόσο μάλλον όταν οι συνθήκες ειρήνης δεν επιλύουν τις βαθύτερες αιτίες της σύγκρουσης, αφήνοντας τον πόλεμο ως πάντα παρούσα πιθανότητα.
Αυτά τα στοιχεία επηρεάζουν εξίσου την ειρήνη και τον πόλεμο, δημιουργώντας ένα συνεχιζόμενο δίπολο έντασης. Στον «διάλογο των Μηλίων» αναδεικνύει την ρεαλιστική θεώρηση ότι η ειρήνη και ο πόλεμος εξαρτώνται από τις δυνατότητες και τις επιδιώξεις των δρώντων, παρά από αφηρημένες ηθικές αρχές. Θεωρεί ότι και οι δύο καταστάσεις εξυπηρετούν πολιτικές και ανθρώπινες ανάγκες, ανάλογα με το πλαίσιο και τις περιστάσεις. Ο πόλεμος μπορεί να είναι αναγκαίος για την υπεράσπιση της ελευθερίας ή των συμφερόντων ενός κράτους. Η ειρήνη, από την άλλη, δεν είναι εγγυημένα δίκαιη ή διαρκής, αλλά συχνά προκύπτει από την επιβολή της ισχύος και των συμφερόντων του νικητή.
ε) ΣΗΜ: Η προσέγγιση του Θουκυδίδη εξακολουθεί να είναι επίκαιρη, όπως διαπιστώνουμε με δυσάρεστο τρόπο σήμερα. Οι βασικές έννοιες που ανέδειξε, όπως ο φόβος, το συμφέρον και η φιλοδοξία, αποτελούν θεμέλια του ρεαλισμού στις διεθνείς σχέσεις. Επιπλέον, η έμφαση στη σχετικότητα της ειρήνης και του πολέμου υπογραμμίζει την ανάγκη για κατανόηση της πολυπλοκότητας των ανθρώπινων και πολιτικών σχέσεων, απορρίπτοντας απλοϊκές ή απόλυτες αντιλήψεις.
2. Στην Μεσαιωνική Φιλοσοφία και Θεολογία
α) ο Αυγουστίνος αναπτύσσει τη θεωρία του δίκαιου πολέμου (jus bellum justum), όπου ο πόλεμος είναι αποδεκτός μόνο αν εξυπηρετεί το θείο σχέδιο ή αποκαθιστά τη δικαιοσύνη. Ωστόσο, το τελικό ιδανικό παραμένει η ουράνια ειρήνη.
β) Ο Θωμάς Ακινάτης επεκτείνοντας τις ιδέες του Αυγουστίνου, θεωρεί τον πόλεμο θεμιτό μόνο υπό αυστηρές προϋποθέσεις, όπως η αυτοάμυνα ή η προστασία αθώων. Ειρήνη και πόλεμος εντάσσονται σε ένα ηθικό πλαίσιο που υπαγορεύεται από το φυσικό και θεϊκό νόμο.
3. Στην περίοδο του Διαφωτισμού
α) Ο Ιμμάνουελ Καντ στο έργο του "Για την αιώνια ειρήνη" απορρίπτει τη μανιχαϊστική αντίληψη καλού-κακού για τον πόλεμο και την ειρήνη. Προτείνει μια φιλοσοφική θεώρηση που βασίζεται σε δημοκρατικές αρχές, διεθνείς θεσμούς και ορθολογική συνεργασία, υποστηρίζοντας ότι η ειρήνη είναι δυνατόν να επιτευχθεί μέσα από την πρόοδο του πολιτισμού.
β) Ο Ζαν-Ζακ Ρουσσώ αναγνωρίζει τον πόλεμο ως προϊόν των κοινωνικών και πολιτικών ανισοτήτων. Ειρήνη, για εκείνον, μπορεί να υπάρξει μόνο όταν οι κοινωνίες επανέλθουν σε μια κατάσταση φυσικής αρμονίας ή δημιουργήσουν πολιτικά συστήματα που βασίζονται στη λαϊκή κυριαρχία.
γ) Ο Λοκ περιγράφει τον πόλεμο ως κατάσταση κατά την οποία κάποιος επιχειρεί να επιτεθεί ή να καταστρέψει τη ζωή, την ελευθερία ή την ιδιοκτησία ενός άλλου. Θεωρεί ότι ένας τέτοιος πόλεμος είναι αποτέλεσμα της έλλειψης δικαιοσύνης στη φυσική κατάσταση. Η δικαιολογημένη χρήση βίας είναι αποδεκτή μόνο ως άμυνα ενάντια σε μια άδικη επίθεση.
Η ειρήνη επιτυγχάνεται μέσω της δημιουργίας μιας πολιτικής κοινωνίας, στην οποία οι άνθρωποι συμφωνούν να ζουν μαζί υπό κοινούς νόμους και μια κοινή κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση υπάρχει για να προστατεύει τα φυσικά δικαιώματα και να εξασφαλίζει τη δικαιοσύνη, μειώνοντας τον κίνδυνο πολέμου.
4. Στην Φιλοσοφία του 18ου - 19ου αιώνα
α) Ο Μπένθαμ καταδίκαζε τον πόλεμο, τονίζοντας ότι προκαλεί τεράστιο ανθρώπινο πόνο και σπατάλη πόρων, ενώ σπάνια οδηγεί σε καθαρά θετικά αποτελέσματα για την ευρύτερη κοινωνία. Υποστήριζε ότι ο πόλεμος αντίκειται στην αρχή της ωφέλειας, καθώς οι συνέπειες του είναι συχνά αρνητικές για τη γενική ευτυχία. Πρότεινε τη δημιουργία ενός διεθνούς δικαίου και ενός οργανισμού για τη διαχείριση των διακρατικών διαφορών, προκειμένου να αποφεύγονται οι συγκρούσεις. Υποστήριζε τη διαμεσολάβηση και τη διπλωματία ως εναλλακτικές λύσεις για την επίλυση συγκρούσεων μεταξύ κρατών. Πίστευε ότι το ελεύθερο εμπόριο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως εργαλείο ειρήνης, καθώς τα αλληλοσυνδεόμενα οικονομικά συμφέροντα των κρατών θα καθιστούσαν τον πόλεμο λιγότερο επιθυμητό και πιο δαπανηρό. Δεν αποκήρυττε πλήρως τη στρατιωτική δύναμη, αλλά θεωρούσε ότι έπρεπε να περιοριστεί σε αμυντικούς σκοπούς και να αποφεύγεται η κατάχρησή της για επιθετικούς πολέμους.
Σε κάποια έργα του, όπως το "A Plan for a Universal and Perpetual Peace" (Πλάνο για Παγκόσμια και Διαρκή Ειρήνη), ανέπτυξε ιδέες για την προώθηση της ειρήνης, όπως η μείωση των στρατιωτικών δαπανών και η εδραίωση διακρατικών συμφωνιών.
β) Ο Χέγκελ θεωρεί τον πόλεμο αναπόφευκτο στοιχείο της ιστορικής εξέλιξης, σε μία άναρχη διεθνή σφαίρα. Σύμφωνα με τη διαλεκτική του, ο πόλεμος είναι μέσο υπέρβασης των αντιθέσεων και δημιουργίας νέων ιστορικών συνθέσεων. Η ειρήνη θεωρείται προσωρινή και όχι απόλυτη κατάσταση.
β) Ο Καρλ Μαρξ προσεγγίζει τον πόλεμο και την ειρήνη μέσα από το πρίσμα των ταξικών συγκρούσεων και ασκεί τεράστια επίδραση στην ζωή των λαών, μεταβάλλοντας (επιβραδύνοντας ή επιταχύνοντας) την πορεία της κοινωνικής εξέλιξης. Ο πόλεμος είναι εργαλείο των κυρίαρχων τάξεων για την εδραίωση της εξουσίας τους, ενώ η ειρήνη μπορεί να υπάρξει μόνο μέσω της κατάργησης της ταξικής ανισότητας.
5. Στην Φιλοσοφία του 20ου αιώνα
α) Η Άννα Άρεντ στο δοκίμιο “Περί Βίας” αναλύει τον πόλεμο εξετάζοντας την αποτρεπτική διάσταση της τεχνολογίας (και της πυρηνικής) , που κάνει τον συμβατικό πόλεμο να έχει χάσει την αποτελεσματικότητά του. Ο Ορθολογικός σκοπός δεν είναι η νίκη αλλά η αποτροπή του πολέμου. Η κούρσα των εξοπλισμών δεν αποτελεί απλά προετοιμασία για πόλεμο, αλλά μεγαλύτερη δυνατότητα αποτροπής και εγγύηση για την ειρήνη. Η ειρήνη δεν είναι στατική αλλά προκύπτει από τη συνεχή διαπραγμάτευση και τη συλλογική δράση των πολιτών.
β) Ο Μάρτιν Χάιντεγκερ στο «Λόγος και Πόλεμος» εμπνεόμενος από τον Ηράκλειτο, προσεγγίζει τον πόλεμο ως έκφραση της ύπαρξης σε κρίση. Μέσα στην αντιπαράθεση γίνεται ο κόσμος. Η αντιπαράθεση διόλου δεν χωρίζει και δεν καταστρέφει την ενότητα. Την σχηματίζει, είναι συλλογισμός (λόγος). Πόλεμος και λόγος είναι το αυτό, και η ουσία της πολιτικής, αρχέγονος αγώνας.
γ) Ο Ζαν Πωλ Σαρτρ υποστήριξε ότι ο πόλεμος, αν και φρικτός, μπορεί να λειτουργήσει ως μέσο ανάδειξης της ανθρώπινης ελευθερίας. Στον πόλεμο, τα άτομα έρχονται αντιμέτωπα με ακραίες καταστάσεις, που τους αναγκάζουν να πάρουν αποφάσεις για τη ζωή τους και τον κόσμο γύρω τους. Στο έργο του, "L'Être et le Néant", εξετάζει την έννοια της "καταδικασμένης ελευθερίας" - ότι δηλαδή οι άνθρωποι είναι πάντα ελεύθεροι να επιλέξουν, ακόμα και σε συνθήκες όπως ο πόλεμος. Στο έργο του “Préface aux Damnés de la Terre” υποστηρίζει τα αντιαποικιακά κινήματα, δικαιολογώντας ακόμη και τη χρήση βίας από τους αποικιοκρατούμενους λαούς ως μέσο για την απελευθέρωσή τους. Για τον Σαρτρ, τέτοιοι πόλεμοι ήταν μορφές αυτοδιάθεσης και ανάκτησης της αξιοπρέπειας.
6. Σύγχρονοι φιλόσοφοι στις Μεταμοντέρνες προσεγγίσεις τους
α) Ο Ζακ Ντεριντά μέσα από τη θεωρία της “αποδόμησης”, αμφισβητεί τη μανιχαϊστική διάκριση ανάμεσα σε ειρήνη και πόλεμο. Υποστηρίζει ότι η ειρήνη μπορεί να εμπεριέχει στοιχεία βίας (π.χ., μέσω καταναγκασμών), ενώ ο πόλεμος μπορεί να περιλαμβάνει πράξεις ανθρωπισμού. Για εκείνον, η "καθαρή" ειρήνη είναι ουτοπική και οι έννοιες αυτές πρέπει να αποδομηθούν ώστε να αποκαλυφθούν οι υποκείμενες ανισότητες. Με αφορμή τον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, υποστήριξε ότι δεν υπάρχει δίκαιος πόλεμος, ακόμη και όταν γίνεται για να πέσει ένας τύραννος. Υποστήριζε την πολιτική διάσταση του πολέμου έναντι της χρήσης στρατιωτικών μέσων. Και οι ηθικές συνέπειες του πολέμου κυριαρχούσαν στην σκέψη του.
β) Ο Φραντς Φανόν αν και έγραφε για την αποαποικιοποίηση, οι ιδέες του παραμένουν επίκαιρες. Ο Φανόν θεωρούσε τον πόλεμο αναγκαίο για την απελευθέρωση των λαών από την αποικιοκρατία, αλλά τόνιζε ότι η ειρήνη που επιβάλλεται από αποικιοκρατικά καθεστώτα είναι μορφή βίας.
γ) Ο Μισέλ Φουκώ εστιάζει στον πόλεμο ως συνέχεια της πολιτικής μέσω διαφορετικών μέσων. Θεωρεί ότι οι δομές εξουσίας διαμορφώνουν τη σχέση μεταξύ πολέμου και ειρήνης, αναδεικνύοντας τη σύνδεση τους με την κυριαρχία και την πειθαρχία. Βλέπει τον πόλεμο και την ειρήνη ως μορφές εξουσίας. “Πρέπει να κόψουμε το κεφάλι του βασιλιά” γράφει εμφατικά. Ο πόλεμος, για εκείνον, είναι συνέχεια της πολιτικής της εξουσίας αλλά και οι δομές της ειρήνης συχνά διατηρούν κρυφές μορφές καταπίεσης. Η ειρήνη δεν είναι πάντα ουδέτερη ή καλοπροαίρετη, ο ηγέτης σε περίπτωση που απειλείται από εσωτερικούς ή εξωτερικούς εχθρούς, νομιμοποιείται να κηρύξει πόλεμο και να ζητήσει από τους υπηκόους του να πάρουν μέρος στην άμυνα του κράτους. Χωρίς να θέλει άμεσα τον θάνατό τους είναι θεμιτό να εκθέσει την ζωή τους, ένα έμμεσο δικαίωμα ζωής και θανάτου.
δ) Ο Μάικλ Γουόλτζερ στο έργο του "Just and Unjust Wars" αναλύει την ηθική του πολέμου και ανανεώνει τη θεωρία του δίκαιου πολέμου. Υποστηρίζει ότι ορισμένοι πόλεμοι είναι ηθικά δικαιολογημένοι όταν διασφαλίζουν θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, όπως η αυτοάμυνα ή η προστασία αθώων από γενοκτονίες. Ταυτόχρονα, επικρίνει τις καταχρήσεις της έννοιας αυτής από ισχυρά κράτη. (ΣΗΜ: Τελευταία πήρε θέση ξεκάθαρα υπέρ της Ουκρανίας έναντι της Ρωσικής εισβολής).
ε) Ο Τζον Ρόουλς στο έργο του "The Law of Peoples", επεκτείνει τη θεωρία της δικαιοσύνης σε διεθνές επίπεδο. Υποστηρίζει ότι μια δίκαιη ειρήνη μπορεί να επιτευχθεί μέσω συνεργασίας μεταξύ "φιλελεύθερων λαών" που σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ειρήνη και πόλεμος συνδέονται με τη δικαιοσύνη στις διεθνείς σχέσεις.
στ) Ο Καρλ Σμιτ υποστήριξε ότι η διάκριση φίλου-εχθρού είναι ουσιώδης για την πολιτική. Οι κυβερνήσεις τείνουν να υπηρετούν τα ιδιοτελή συμφέροντα των εκάστοτε κυρίαρχων οικονομικών-πολιτικών –ιδεολογικών συμφερόντων και η διάκριση φίλος ή εχθρός είναι θεμελιώδης για την εξουσία. Ο πόλεμος είναι αναπόσπαστο στοιχείο της κυριαρχίας. Αυτή η θεώρηση συχνά επικρίνεται για την αποδοχή της αναπόφευκτης φύσης της σύγκρουσης.
ζ) Η Τζούντιθ Μπάτλερ εξετάζει τη σχέση πολέμου, ειρήνης και βίας. Ο πόλεμος παράγει και αναπαράγει την επισφάλεια και μέσα από τον μηχανισμό του πολέμου ενδυναμώνεται η κρατική εξουσία, σε άμεση διαπλοκή με την εταιρική εξουσία. Επικεντρώνεται στην διαφοροποιημένη κατανομή της επισφάλειας για τον πληττόμενο πληθυσμό και για εκείνους που καταφέρνουν τα πλήγματα, καθώς και στον τρόπο με τον οποίο τα θύματα του πολέμου παρουσιάζονται ως "άξια να πενθούνται ή όχι". Υποστηρίζει ότι η πολιτική και πολιτισμική αναγνώριση της ανθρώπινης ζωής επηρεάζει την αντίληψή μας για το τι είναι δίκαιος πόλεμος ή δίκαιη ειρήνη.
η) Ο Νόαμ Τσόμσκι επικρίνει την πολιτική των ισχυρών κρατών, υποστηρίζοντας ότι πολλοί πόλεμοι είναι στην πραγματικότητα επεκτατικοί ή οικονομικοί, καλυμμένοι πίσω από δικαιολογίες περί ειρήνης και δικαιοσύνης. Θεωρεί ότι η παγκόσμια ειρήνη μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της εξάλειψης της ανισότητας και της πολιτικής εκμετάλλευσης. Υποστήριξε ότι οι βομβαρδισμοί με τελευταίας τεχνολογίας οπλικά συστήματα εναντίον άμαχου πληθυσμού, που δεν έχει ανάλογα συστήματα για να αμυνθεί, συνιστούν μείζονα ανθρωπιστική καταστροφή και δεν είναι ούτε αυτοάμυνα ούτε πόλεμος αλλά μαζική δολοφονία. Αν και δεν χρησιμοποιεί ρητά τον όρο "υβριδικός πόλεμος", έχει αναλύσει τις στρατηγικές του σύγχρονου ιμπεριαλισμού, οι οποίες περιλαμβάνουν μια συνδυασμένη χρήση στρατιωτικών και μη στρατιωτικών μέσων. Στην πολιτική του κριτική για τις ΗΠΑ και άλλες υπερδυνάμεις, εξετάζει πώς οι σύγχρονοι πόλεμοι περιλαμβάνουν και οικονομικούς, πολιτικούς και ψυχολογικούς παράγοντες, στοιχεία που είναι χαρακτηριστικά του υβριδικού πολέμου.
7. Σύγχρονες Ειρηνιστικές και Οικολογικές Προσεγγίσεις
α) Ο Γιόχαν Γκάλτουνγκ, εμπνευστής των “ειρηνευτικών σπουδών”, εισήγαγε την έννοια της "θετικής ειρήνης", η οποία δεν είναι απλώς η απουσία πολέμου αλλά η παρουσία κοινωνικής δικαιοσύνης, ισότητας και αρμονίας. Θεωρεί ότι η βία είναι ενσωματωμένη στις κοινωνικές δομές και ότι η εξάλειψή της είναι κεντρικός στόχος για την επίτευξη ειρήνης.
β) Ο Μπρούνο Λατούρ εστιάζει στη σύνδεση μεταξύ κλιματικής αλλαγής, πολέμου και ειρήνης. Υποστηρίζει ότι οι περιβαλλοντικές κρίσεις είναι μια νέα μορφή παγκόσμιας σύγκρουσης, που απαιτεί συλλογική δράση για να αποφευχθούν πόλεμοι για φυσικούς πόρους.
8. Σύγχρονη προσέγγιση Τεχνολογίας και Υβριδικού Πολέμου
α) Ο Μάρτιν Βαν Κρεβεν (Martin van Creveld), στρατηγικός αναλυτής και ιστορικός , έχει αναφέρει τις νέες μορφές πολέμου που αναδύονται με την ανάπτυξη υβριδικών στρατηγικών, καθώς οι παραδοσιακές στρατιωτικές συγκρούσεις και οι συμβατικοί πόλεμοι γίνονται όλο και πιο δύσκολο να διεξαχθούν. Στο έργο του, εξετάζει πώς η τεχνολογία και οι αλλαγές στον τομέα της στρατηγικής δημιουργούν νέες δυναμικές στον πόλεμο, ιδιαίτερα με την ανάδειξη του κυβερνοπολέμου και της ψυχολογικής και πολιτικής επιρροής.
β) Ο Πωλ Βιριλιό εξέτασε τον ρόλο της τεχνολογίας στον πόλεμο, τονίζοντας ότι η σύγχρονη τεχνολογία έχει αλλάξει τη φύση της σύγκρουσης. Οι πόλεμοι του μέλλοντος είναι ασύμμετροι, κυβερνοπόλεμοι και συχνά "αόρατοι", ενώ η ειρήνη εξαρτάται από την ηθική χρήση της τεχνολογίας.
γ) Ο Λούσιαν Χόφμαν-Γκάβερ αναλύει τις επιπτώσεις της τεχνητής νοημοσύνης και των drones στον πόλεμο. Θεωρεί ότι η τεχνολογία θολώνει τα όρια μεταξύ πολέμου και ειρήνης, εισάγοντας νέες προκλήσεις για την ηθική και τη διεθνή πολιτική.
δ) Ο Τζον Κένεθ Γκάλμπρεϊθ, οικονομολόγος και πολιτικός αναλυτής, αναφέρεται στην έννοια της "ήπιας δύναμης" (soft power), η οποία περιλαμβάνει την οικονομική και πολιτική επιρροή. Οι ιδέες του για τη χρήση της οικονομικής επιρροής και της διπλωματίας στα σύγχρονα στρατηγικά πλαίσια είναι συνυφασμένες με τη στρατηγική του υβριδικού πολέμου, όπου ο πόλεμος δεν περιορίζεται μόνο στη στρατιωτική σύγκρουση, αλλά επεκτείνεται σε πολλά άλλα πεδία.
στ) Ο Βίκτορ Ντέϊβις Χάνσον, ειδικός στη στρατηγική και την ιστορία του πολέμου, συχνά αναφέρεται σε σύγχρονες μορφές πολέμου, οι οποίες περιλαμβάνουν υβριδικές τακτικές. Στο έργο του εξετάζει πώς οι στρατηγικές ασύμμετρων πολέμων και οι νέες μορφές επιρροής και αποσταθεροποίησης επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο διεξάγονται οι σύγχρονοι πόλεμοι και πώς αυτά τα φαινόμενα συνδυάζονται με τις παραδοσιακές στρατιωτικές στρατηγικές.
ζ) Νίκολας Κάρ (Nicholas Carr), ο οποίος εξετάζει την επίδραση της τεχνολογίας και του διαδικτύου στην κοινωνία, έχει αναφερθεί στην έννοια του κυβερνοπολέμου και της επίδρασης των πληροφοριακών τεχνολογιών στον πόλεμο. Η εστίασή του στη μετάβαση από τον παραδοσιακό πόλεμο στον "ψηφιακό πόλεμο" και η δυνατότητα για αποσταθεροποίηση μέσω του κυβερνοχώρου, αποτελούν σημαντικά στοιχεία του υβριδικού πολέμου.
ΚΑΤΑΛΗΓΟΝΤΑΣ
Η Φιλοσοφική σκέψη, ιστορικά και μέχρι σήμερα, δεν προσφέρει μία ενιαία απάντηση στο δίλημμα "ειρήνης - πόλεμος", αλλά ενσωματώνει σε αυτό διάφορες διαβαθμίσεις οι οποίες συναρτώνται με την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης εμπειρίας. Από τις αρχαίες αντιλήψεις για τις συγκρούσεις ως αναγκαία στοιχεία της ζωής, μέχρι τις σύγχρονες αναλύσεις που εστιάζουν σε πολιτικές, κοινωνικές, πολιτισμικές και τεχνολογικές δυναμικές, η φιλοσοφία προσπαθεί να κατανοήσει και να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ αυτών των δύο φαινομένων.
Από τον 20 αιώνα ακόμη, υπάρχει η τάση να αποδυναμώνονται οι παραδοσιακές μανιχαϊστικές προσεγγίσεις, με έμφαση στην κατανόηση των δομικών αιτιών όλων των διαβαθμίσεων ανάμεσα στο δίπολο "ειρήνη - πόλεμος".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου